Παρασκευή 3 Αυγούστου 2007

Μικρό αταξινόμητο σύμπαν, το χάος



Το χρυσάφι καίει στα ακροδάχτυλα
καθώς ψάχνω μια μια τις ίνες του μυαλού σου
Πέρασα ένα ένα τα μόριά σου με κερί μέλισσας
να σφραγίσω το άρωμα των σκέψεων που συνθέτουν
την ανυπολόγιστης αξίας ύπαρξή σου

Πάρε
κοράλλια ροζ απ΄ τους πιο απάτητους ύφαλους
και κρέμασε τις σκέψεις σου μια μια
χάρισμα στη γη των φθαρτών

Πάρε
ανάσα σύννεφου μωβ εσπερινού
και άφησε τη θλίψη στο σοκάκι του Αίολου
να τη βάλει στον ασκό του
άσε τη
να την πετάξει σ΄ άλλη γειτονιά

Πάρε
κι ένα φτεράκι πεταλούδας πολύχρωμης
ν΄ αλείφεις το ψωμί σου ροδοζάχαρη

Δώσε
τους φόβους σου όλους
δε σου ανήκουν
δεν μπορεί εσύ να φοβάσαι
δε γίνεται
δε σου πρέπει
έχεις δρόμο μπροστά

Κι όταν έρθεις
το βράδυ μην ανάψεις το φως
άσε τη νύχτα να σε ψάξει διεξοδικά
σα να της ανήκεις…
ξέρει τη δουλειά της…

άσε τη