Τρεμοσβήνουν οι στιγμές
πολύ κίνηση στη λεωφόρο των επιθυμιών
και καθυστερούν τα θέλω.
Απεργούν τα μέσα συγκοινωνίας βλέπεις
τα μισά απ΄ τα άλλα μισά
δεν έχουν τρόπο να φτάσουν
λόγω μποτιλιαρίσματος.
Παρά τρίχα τη γλίτωσε κι εκείνη η αλήθεια
που κυκλοφορούσε αγέρωχη πάνω στη μηχανή της
από ένα φορτηγό τίγκα στα «δεν μπορεί»
και τα «δεν πιστεύω».
Τα φώτα της πόλης αχνά
καθώς οι ορδές του «σε θέλω»
αγκομαχούν βρίζοντας αυτή τη γαμημένη κίνηση.
Τι να σου κάνει κι ο Θεός
τροχονόμος στιγμών κατάντησε κι αυτός.
Στη γη των ανθρώπων σκούριασαν τα καθαρά
και βάλτωσαν τα ολόκληρα
από μια φάρσα τόσο μα τόσο αστεία.
Στη γη των ανθρώπων έπαψε να βρέχει ελπίδα.
Είμαστε οι ίδιοι που προσμένουμε
όλα αυτά που καθυστέρησαν
που αποζητούμε τη λύση της απεργίας.
Παραδοθήκαμε αμαχητί στην παγίδα που στήσαμε
στον απέναντι, για να τον δοκιμάσουμε.
Αχ, πόσο αστείοι φαντάζουμε στα μάτια του έρωτα
σχεδόν γελοίοι.
Κρατάμε στα χέρια μας το τίποτα
σα να κρατάμε την υδρόγειο.
Περπατάμε φορώντας μαστορεμένα χαμόγελα
τόσο άδεια όσο οι τσέπες μας.
Ακούμε μουσική σα να μην ακούμε,
διαβάζουμε χωρίς να καταλαβαίνουμε
και ζούμε δίχως να μαθαίνουμε.
Δεν κρατώ τίποτα, δε φορώ
και δε μαθαίνω πια.
Ούτε περιμένω.
Αστεία, γελοία και γυμνή
θα κοιμηθώ για πάντα.
Σα χρυσόψαρο θα ανοιγοκλείνω το στόμα
να χάψω ότι περισσεύει απ΄ την ανία.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου